dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
δημόσιες σχέσεις
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Öffentlichkeitsarbeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
δημόσιες σχέσεις
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Publicrelations
Ⓦ
Ⓖ
…